Contenido de sensagent
investigaciones anteriores en el diccionario :
computado en 0.015s
εν μέρει — dijelom, djelomično, donekle - μερικός - συστατικός — sastavni - ex-directory (en) - unipolar (en) - αποτελώ - αποτελώ, λογίζομαι, συνιστώ - αποτελώ, συγκροτώ, σχηματίζω — formirati, imenovati, osnovati, postaviti za, sacinjavati, stvoriti, tvoriti - έχω, αποτελούμαι από, περιέχω, περικλείω, περιλαμβάνω — obuhvatiti, sadržavati, uključiti - περικλείω, περιλαμβάνω, σημαδεύω — naciljati, obuhvatiti, uključivati - έχω - περιέχω, συμπεριλαμβάνω - αποτελούμαι, αποτελούμαι από — sastojati se - ανήκω, πρέπω, ταιριάζω - έρχομαι μαζί, πουλιέμαι μαζί με κτ. άλλο, συνοδεύω — biti dio, prodati se - μύτη, πλώρη, το κατακόρυφο ξύλινο ή μεταλλικό κομμάτι της πλώρης — pramac, pramčana stetva - μικρό μέρος — djelić - head (en) - κεφαλή εργαλείου - στρώση - εικονοστοιχείο - δίκρανο, δόντι πιρουνιού, περόνη, σουβλί - θραύσμα αγγείου, θρύμμα, πήλινο τεμάχιο - θραύσμα βλήματος — šrapnel - nogostup, prijelaz preko ograde - complemento, conclusión, cordal, fin, marmosete, pieza final (es) - δείγμα - υποδιαίρεση - pierna (es) - ελαφρή γραμμή - στρώμα - εξωτερικό - κεφαλή, κορυφή, το μπροστινό μέρος — gornji dio, vrh - βάση - γωνία - απόσπασμα, θραύσμα — fragment, krhotina, odlomak - dio, komadić - τεμάχιο, τμήμα — odsječak, segment - φέτα — kriška, odrezak - μονάδα - μέρος, μερίδα, μερίδιο, μερτικό — dijeliti, dio, komad, udio - μερίδα, μερίδα φαγητού — obrok - μερίδιο, ποσοστό, ποσό που αναλογεί σε κάθε μέλος μιας ομάδας — kvota - četvrtina - holonymy, whole to part relation (en) - μερωνυμία - συστατικό - απομεινάρι, κατάλοιπο, τι απομένει, υπόλειμμα, υπόλοιπο, ό — ostatak, preostali dio - content (en) - υποτείνουσα — hipotenuza - βάση - αιχμή, αποκορύφωμα, απόγειο — vrhunac - προέκταση[Domaine]
-