Contenido de sensagent
investigaciones anteriores en el diccionario :
computado en 0.0s
έκβαση, αποτέλεσμα, απόληξη, επακόλουθο, κατάληξη, σκορ, τελικό αποτέλεσμα — Endergebnis, Ergebnis, Resultat - έκβαση, αποτέλεσμα, επίδραση, επακόλουθο, σκορ, συνέπεια, τελικό αποτέλεσμα — Effekt, Ergebnis, Folge, Resultat, Wirkung - απορρέων, προκύπτων, συνεπήσ — darauffolgend, daraus folgend, konsequent[Dérivé]
leave (en) - leave (en)[Domaine]
έχω ως αποτέλεσμα, καταλήγω, οδηγώ σε, προκαλώ — enden, führen, führen zu[Spéc.]
έκβαση, αποτέλεσμα, απόληξη, επακόλουθο, κατάληξη, σκορ, τελικό αποτέλεσμα — Endergebnis, Ergebnis, Resultat - έκβαση, αποτέλεσμα, επίδραση, επακόλουθο, σκορ, συνέπεια, τελικό αποτέλεσμα — Effekt, Ergebnis, Folge, Resultat, Wirkung[Dérivé]
leave (en) - leave (en)[Domaine]
auswirken (v.)
-