Contenido de sensagent
investigaciones anteriores en el diccionario :
computado en 0.015s
organisation et subdivision d'une armée (fr)[Classe]
στράτευμα, στρατιά, στρατός — Exército, forças armadas, forças armadas profissionais[membre]
στρατιωτική δύναμη — exército, força, forças armadas[Hyper.]
στρατεύματα — exército, forças armadas, milícia, tropas[membre]
εταιρεία, σώμα, σώμα στρατού — corpo, divisão - στρατιωτική μονάδα — Divisão - ομάδα μάχης - στρατιωτικό σύνταγμα, σύνταγμα — batalhão, regimento - ταξιαρχία — Brigada, esquadra - λεφούσι, στίφος, τάγμα — batalhão - λόχος — companhia - διμοιρία — esquadra, pelotão - στρατιωτικό απόσπασμα — destacamento - vanguardia (es) - secção - απόσπασμα στρατιωτών, μονάδα — companhia, grupo - στράτευμα — companhia, tropa - companhia - πυροβολικό, πυροβόλο — Artilharia - musketry (en) - cavalaria - πεζικό — Infantaria[Spéc.]
-